Η αστική δημοκρατία ως καθεστώς διαρκούς απειλής (*)


Του Γιώργου Μεριζιώτη

Εισαγωγικό

 

Σε αυτή την μικρή μελέτη δεν μπορούμε να ασχοληθούμε με έναν εκτενή τρόπο για πως εδράζεται η σύγχρονη κυριαρχία, ο νεοφιλελευθερισμός. Πάντως όσοι νομίζουν ότι είναι μόνο ένα οικονομικό σύστημα βρίσκονται σε οικτρή πλάνη, γιατί είναι πρώτα και κύρια μια τάξη πραγμάτων, ένα καθεστώς . Ιδιαίτερα στην δυτική Ευρώπη μετά από μια ανάπαυλα σοσιαλδημοκρατικής – κεϋνσιανής διαχείρισης, που ήρθε να αντικαταστήσει την προηγούμενη προβληματική φιλελεύθερη διαχείριση και έσωσε τον καπιταλισμό από την ανατροπή, αφού αποτέλεσε τον ταξικό συμβιβασμό της εργατικής τάξης με τα αφεντικά με την έννοια ότι πείστηκε και επέλεξε όχι την σύγκρουση – ανατροπή αλλά το λεγόμενο “μικρότερο κακό” και την αναδιανομή ενός κομματιού της παραγόμενης πίτας.

 

Η αστική δημοκρατία ως καθεστώς διαρκούς απειλής

 

1. Η σύγχρονη αστική δημοκρατία είναι μια τυπική  επίκληση των ατομικών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Οι πολιτικές κάστες εκφραστές αυτής της δημοκρατίας στην πραγματικότητα από την μια προωθούν την λεγόμενη συμμετοχή στα κοινά που εξαντλείται στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος και από την άλλη προωθούν την παραίτηση από τα κοινά με την επαγγελματοποίηση, κομματικοποίηση της πολιτικής ζωής, ενώ το λεγόμενο πλειοψηφικό σύστημα που διατυμπανίζουν καταρρέει από την μη αθρόα προσέλευση των ψηφοφόρων στις εκλογές. Φυσικά δεν τους απασχολεί να κυβερνούν μειοψηφικά αρκεί να μην υπάρξει κυβερνητικό κενό,παράλληλα διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και εξατομικεύουν τα πρόσωπα προωθώντας από τη μία την ιδιώτευση –ο σώζων εαυτό σωθήτω και από την άλλη τη μαζικοποίηση. Μαζικοποίηση μέσα από τους μηχανισμούς ελέγχου της γνώμης,της συνείδησης και συμπεριφοράς, από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης.

 

Μέσα που έχουν μετατραπεί σε τεράστιες μηχανές συμφερόντων οικονομικής -πολιτικής δύναμης (θυμίζοντας την δύναμη της προπαγάνδας που είχαν και έχουν οι εκκλησίες), προπαγάνδας και πλύσης εγκεφάλου.Μαζικά μέσα που προωθούν την διαιώνιση και επέκταση της κυριαρχίας κεφαλαίου και κράτους, με σχέση συγκοινωνούντων δοχείων,μεταξύ αυτών και των πολιτικών ελίτ, διαστρεβλώνοντας και διαπλάθοντας την ελεύθερη βούληση και την κριτική σκέψη των οικονομικά εκμεταλλευόμενων και πολιτικά καταπιεζομένων ανθρώπων. Ενώ έχουν παράλληλα φτάσει στο σημείο να κατασκευάζουν και αυτή την ίδια την πραγματικότητα.

 

Η κοινωνικότητα του καπιταλισμού και η έννοια του πολίτη δεν συνιστούν κοινωνία των πολιτών, αλλά, πληθυσμιακή συσσώρευση ιδιωτών–υπηκόων, οπαδών, ψηφοφόρων, καταναλωτών με υπέρτατο δικαίωμα, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την κατανάλωση, είναι η «κοινωνία» των ιδιωτών (άχρηστων – αρρώστων με την αρχαία ελληνική έννοια) με χίλια δυο αντικρουόμενα ιδιωτικά-ατομικά συμφέροντα που ιεραρχούνται, διαμορφώνονται και διαχειρίζονται από τις εκάστοτε πολιτικές ελίτ. Έτσι, η ελευθερία ταυτίζεται με την οικονομία της αγοράς και τη συσσώρευση του κέρδους. Ενώ το περίφημο «κράτος δικαίου»  έρχεται να πλασαριστεί ως προϊών που στην  συσκευασία του περιέχει την περίφημη αρχή της διάκρισης των εξουσιών, μια διάκριση που υφίσταται μόνο ως φαντασίωση του Σαρλ Λουί ντε Σεκοντά – Μοντεσκιέ.

 

2. Η νέα κυριαρχία αντλεί θεωρητικό – αξιακό περιεχόμενο από τον παλιό φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα που ήταν ένα αμάλγαμα των απόψεων των Χομπς, Λοκ Σπενσερ, Μιλ . Σε πολλά συντάγματα των δυτικών κρατών έχουν αποτυπωθεί απόψεις αυτών των διανοητών της σύγχρονης καπιταλιστικής κυριαρχίας. Το απαύγασμα αυτών των αντιλήψεων συνοψίζεται στον κοινωνικό δαρβινισμό: ο ισχυρότερος – ικανότερος κερδίζει και επιβιώνει, ανταγωνίσου ή πέθανε μέσα από τον πόλεμο όλων εναντίον όλων , τον ελιτίστικο ατομικισμό και το δίπτυχο ασφάλεια θεσμική -ανάπτυξη οικονομική, επίσης με πρόσχημα εναντίωσης στον μερκαντιλισμό ιδιωτικοποιεί όλη την δημόσια σφαίρα μέσα από το υποκριτικό μότο για λιγότερο – μικρότερο κράτος .

 

Αυτή είναι η σύγχρονη δημοκρατία το καθεστώς της διαρκούς απειλής, ο αμερικανισμός που προωθείται εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες από την παγκόσμια ελίτ της δύσης και εξάγεται σαν προϊόν σε όλον τον κόσμο.

 

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης λέει σχετικά: {…} Αν ο καπιταλισμός μπόρεσε να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί στο παρελθόν, αυτό έγινε επειδή κληρονόμησε μια σειρά ανθρωπολογικών τύπων τους οποίους δεν δημιούργησε ο ίδιος: αδιάφθορους δικαστές, ακέραιους δημόσιους υπαλλήλους ικανούς να υπηρετούν το κοινό καλό, εκπαιδευτικούς αφοσιωμένους στο καθήκον τους, εργάτες για τους οποίους η δουλειά ήταν –παρά τις σκληρές συνθήκες- πηγή αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας κλπ. Αυτοί οι ανθρωπολογικοί τύποι δεν αναδύθηκαν από μόνοι τους, αλλά δημιουργήθηκαν σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους με αναφορές σε αξίες που ήσαν τότε καθιερωμένες: την εντιμότητα, την ανιδιοτελή προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο, τη μετάδοση της γνώσης, την εργασία που παράγει ωφέλιμο έργο  κλπ.

 

Στις σύγχρονες κοινωνίες αυτές οι αξίες δεν έχουν πέραση, αφού το μόνο που μετράει πλέον είναι το ΧΡΗΜΑ. Οι ανθρωπολογικοί τύποι που ενσαρκώνουν την εντιμότητα, την ηθική ακεραιότητα, την ανιδιοτέλεια γίνονται σχεδόν αδιανόητοι στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχουν επομένως καθιερωμένες αξίες ικανές να λειτουργήσουν ως φραγμός στη διάδοση της διαφθοράς. Ακόμη και ο ανθρωπολογικός τύπος που αποτέλεσε ιστορικό δημιούργημα του ίδιου του καπιταλισμού, ο τύπος του επιχειρηματία –που συνδύαζε την τεχνική επινοητικότητα, την ικανότητα να δημιουργεί αγορές- είναι και αυτός προς εξαφάνιση. Αντικαθίσταται από διευθυντικές γραφειοκρατίες και από κερδοσκόπους, που εγκαταλείπουν τις παραγωγικές δραστηριότητες για να στραφούν προς το ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΡΔΟΣ. Το ίδιο το σύστημα καταστρέφει βαθμιαία όλους τους ανθρωπολογικούς τύπους που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη και λειτουργιά του. {…}

 

 Δεν  υποστηρίζουμε  την επαναφορά παλιών ξεχασμένων αξιών, αλλά σαν ένδειξη της καταστάσεις που περιγράφει ο Καστοριάδης δείτε επίσης την μελέτη του Πιοτρ Κροπότκιν  για τις πόλεις στην αναγέννηση στα βιβλία του «Αλληλοβοήθεια ένας παράγοντας της εξέλιξης» και «Η κατάκτηση του ψωμιού» που επηρέασαν πολλούς διανοητές και επηρεάζουν μέχρι σήμερα. Αντίθετα υποστηρίζουμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός, έκτος από ιδεολογία ή οικονομική πολιτική είναι  πρώτα απ’ όλα και κυρίως, ένας τύπος κυβερνητικής ορθολογικότητας.

 

3. Ο Μισέλ Φουκώ, ορίζει την κυβερνητική ορθολογικότητα ως μια κανονιστική λογική που διέπει τη δραστηριότητα της διακυβέρνησης, με τη έννοια όχι μόνο της άμεσης αλλά και της έμμεσης καθοδήγησης των ανθρώπων, έτσι ώστε αυτοί να οδηγούνται και να συμπεριφέρονται με έναν ορισμένο τρόπο.

 

Η «ορθολογικότητα» αυτή δεν εφαρμόζεται με την άσκηση   ενός άμεσου αλλά περισσότερο ενός έμμεσου (συγκαλυμμένου)  καταναγκασμού, μιας καταπίεσης. Από αυτή την άποψη, η κριτική ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό δεν θα ‘πρεπε να περιορίζεται μόνο στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής (ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων)  ούτε σε ένα ορισμένα σύνολο θεωρητικών ιδεών τον νεοφιλελεύθερων γκουρού της σχολής του Σικάγου ( Χάγιεκ,  Φρίντμαν ) ούτε στους  πολιτικούς που στράφηκαν σε αυτόν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 (Ρέιγκαν, Θάτσερ κλπ).

 

Εδω να κάνουνε μια παρένθεση και να πούμε ότι είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Χαγκεκ μέντορα του Φρίντμαν για το πόσο φίλοι της ελευθερίας είναι. Επισκέφθηκε κάμποσες φορές τη Χιλή τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, επί δικτατορίας Αουγκούστο Πινοσέτ, οικονομικοί σύμβουλοι του οποίου διετέλεσαν τα διαβόητα «παιδιά του Σικάγου», μαθητές του Χάγεκ και του οπαδού του, Μίλτον Φρίντμαν. Σε μια συνέντευξη σε Χιλιανό δημοσιογράφο, ο Χάγεκ είχε δηλώσει αναδεικνύοντας τις ποιο ενδόμυχες σκέψης του , η οποίες έγιναν και σκέψης – πράξης της παγκόσμιας πολιτικής ελίτ και οδηγούν στον ολοκληρωτισμό : «Προσωπικά προτιμώ έναν φιλελεύθερο δικτάτορα από μια δημοκρατική κυβέρνηση χωρίς (οικονομικό) φιλελευθερισμό». Εντυπωσιασμένος από τις επιδόσεις των «παιδιών του Σικάγου», έστειλε το 1981 επιστολή στη Θάτσερ, με την οποία της συνιστούσε να χρησιμοποιήσει τη Χιλή ως πρότυπο για τη ριζική αναδόμηση της Βρετανίας.

 

Επανερχόμενη στο θέμα, η νεοφιλελεύθερη «ορθολογικότητα» έχει μιαν ευρύτερη εμβέλεια και μπορεί να προωθείται ακόμα και από κυβερνήσεις που αναφέρονται στην αριστερά. Αυτό που ορίζει τη νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα είναι το ότι οδηγεί τα υποκείμενα να δρουν με βάση το υπόδειγμα του ανταγωνισμού. Ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί τα άτομα να προσπαθούν να μεγιστοποιηθούν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, παραμερίζοντας κάθε ηθική αναστολή.

 

Στο ίδιο μότο διαπλάθεται και το «νεοφιλελεύθερο υποκείμενο»  με την παρόξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων (πόλεμος όλων εναντίων όλων), με τις τεχνικές αξιολόγησης, με την ενθάρρυνση του ιδιωτικού δανεισμού, με την παρακίνηση να μετατραπούν τα υποκείμενα σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», μέσω της καταναλωτικής ζήτησης. Το άτομο πλέον πρέπει να φροντίζει να συσσωρεύει, να επιδιώκει την επιτυχία, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνο (και επομένως ένοχο), για την ενδεχόμενη αποτυχία του. Το νεοφιλελεύθερο υποκείμενο συγχέει την ελευθερία και την αυτονομία με τον ανταγωνισμό.

 

 Επιχειρώντας να μεγιστοποιήσει με κάθε τίμημα την απόδοση του ατόμου σε όλα τα πεδία, ο νεοφιλελευθερισμός καταλήγει να αναγορεύει σε κανόνα την έλλειψη κάθε περιορισμού. Αυτή η έλλειψη περιορισμού συγκαλύπτει όμως το γεγονός ότι  στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα όριο στην επιθυμία και αυτό το όριο το καθορίζουν το κεφάλαιο και η επιχείρηση. Οι συντηρητικοί και οι θιασώτες του «εκσυγχρονισμού» βλέπουν στο νεοφιλελεύθερο υποκείμενο ένα ον απελευθερωμένο από όλες τις αλυσίδες του. Αλλά η έλλειψη κάθε περιορισμού, που υπόσχεται ο νεοφιλελευθερισμός, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματική ελευθερία. Ο μηχανισμός της «απόδοσης – απόλαυσης», που καθιερώνει ο νεοφιλελευθερισμός, είναι ένα σύστημα που λειτουργεί σαν ψευδαίσθηση της ελευθερίας του ατόμου, γιατί παραμένει στην ουσία ένας τρόπος κοινωνικής χειραγώγησης και πειθάρχησης.

 

4. Οι πρώτοι φιλελεύθεροι στοχαστές, ιδίως ο Ανταμ Σμιθ και ο Φέργκιουσον, στα τέλη του 18ου αιώνα, σκέφτονταν την αγορά με βάση μια λογική ισοδυναμίας και ελαχιστοποίηση των ανισοτήτων, όμως καλλιεργήσανε την αυταπάτη ότι το laissez-faire(«αφήστε το/τα ελεύθερα», η πεμπτουσία της ελεύθερης αγοράς) μπορεί να λειτουργήσει απροσχημάτιστα και η ωφέλεια από αυτήν την λειτουργιά θα είναι προς όλους φτωχούς και πλούσιους.

 

Ο νεοφιλελευθερισμός σκέφτεται την αγορά με βάση τη λογική του ανταγωνισμού, δηλαδή την μεγιστοποίηση της ανισότητας. Αυτή η στροφή χρονολογείται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Άγγλος φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ προτείνει μιαν ερμηνεία του Δαρβίνου που επεκτείνει την έννοια της «φυσικής επιλογής» και σε άλλα πεδία και ιδιαίτερα στο κοινωνικό – οικονομικό πεδίο. Οι νεοφιλελεύθεροι δεν θέλουν να γίνεται αναφορά στον Σπένσερ εξαιτίας του βιολογισμού του (κοινωνικός δαρβινισμός τον οποίο ενστερνίστηκαν σαν δόγμα και οι Γερμανοί ναζί). Σε αυτόν, όμως, βρήκαν την ιδέα ότι η αγορά πρέπει να είναι ένας απέραντος ωκεανός ανταγωνισμού.

 

Όταν ο «κλασικός» φιλελευθερισμός μπαίνει σε κρίση, τα τέλη του 19ου αιώνα, εμφανίζονται δύο ρεύματα: ένας φιλελευθερισμός που δικαιολογεί την παρέμβαση του κράτους σε μιαν οπτική σταθεροποίησης και αναδιανομής, κορυφαίος εκπρόσωπος του οποίου είναι ο Κέινς και ο «νεοφιλελευθερισμός», ο οποίος από τη δεκαετία του 1930 θα προτείνει να αναγορευτεί η αγορά σε υπέρτατη αρχή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Ο Κέυνς– κεϊνσιανισμός επικράτησε θριαμβευτικά μετά τον πόλεμο. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός δεν αφοπλίστηκε. Οι Γερμανοί «φιλελεύθεροι» της σχολής ordolide realismus (ορθολογικός ρεαλισμός), άσκησαν καθοριστική επιρροή στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (ευρωπαϊκή ένωση σήμερα), ξεκινώντας από τη Συνθήκη της Ρώμης η οποία ορίζεται εξ αρχής και απαραβίαστα από την αρχή του «ελεύθερου ανταγωνισμού».

 

Ο νεοφιλελευθερισμός επωφελήθηκε από την κρίση του κεϊνσιανισμού, όπως και ο κεϊνσιανισμός είχε επωφεληθεί από την κρίση του καπιταλισμού στις δεκαετίες του 1920 και 1930. Η αρχή του ανταγωνισμού αναγορεύτηκε σε παγκόσμιο κανόνα, η κωδικοποίηση του χρονολογείται άλλωστε από τη δεκαετία του 1980, με αυτό που αποκαλείται η «συναίνεση της Ουάσιγκτον» και που προσδιορίζει τους δημοσιονομικούς και νομισματικούς κανόνες οι οποίοι επιβάλλονται στις χώρες που ζητούν οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο όρος που έχει κομβική σημασία είναι η «πειθαρχία». Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας ταυ 1970 οι «ειδικοί» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. «Η κατάσταση –λένε- δεν μπορεί να κυβερνηθεί, επειδή δεν υπάρχει κοινωνική πειθαρχία».

 

Ο φιλελευθερισμός, είναι εξαιρετικά αναγκαίος στον καπιταλισμό των τραστ, των καρτέλ, των πολυεθνικών του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου αλλά  και στο κράτος πρόνοιας. Τα αμερικάνικα λεγόμενα και φιλελεύθερα, προοδευτικά, ανθρωπι­στικά ιδρύματα (π.χ. Φορντ, Ροκφέλερ, Κάρνεγκυ κλπ) ιδρύθηκαν, ελέγ­χονται και χρηματοδοτούνται από τις ομάδες συμφερόντων των μεγαλύτερων πολυεθνικών εταιρειών.

 

 Σε μια εποχή κοινωνικού αναβρα­σμού, η κυρίαρχη τάξη χρειάζεται ένα  σοσιαλ – φιλελεύθερο κίνημα το οποίο να μπορεί να λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα στην μαζική δυσαρέσκεια και μ’ αυτόν τον τρόπο, να αποτρέπει τους ανθρώπους να στραφούν προς μια αποτελεσματική κοινωνική αντίδραση (εδώ αυτό το ρόλο τον παίζουν καλύτερα οι σοσιαλφιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες γιατί μπορούν να δημιουργούν ευρύτερες κοινωνικές συναινέσεις). Όσο περισσότερο εδραιώνονται τα καρτέλ, οι πολυεθνικές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, τόσο περισσότερη νεοφιλελεύθερη-μεταρρυθμιστική ρητορική υιοθετούν τα κόμ­ματα εξουσίας.

 

Έτσι, το σύγχρονο κράτος διατηρεί υπό τον έλεγχό του την εσωτερική αμφισβήτηση, αναπτύσσοντας και θεσμοποιώντας το εμπόρευμα των  πολιτικών μανδαρίνων, τον νέο αυταρχι­σμό,  δηλαδή την μεθοδευμένη γενίκευση της κοινωνίας του ελέγχου, με λίγα λόγια τον νέο ολοκληρωτισμό. Το καθεστώς της διαρκούς απειλής αμετάβλητο μέσα στον χωροχρόνο της κυριαρχίας – ιεραρχίας, στην σύγχρονη αστική του έκδοση αποκτά νέα σημασία ειδικά στη σημερινή  λεγόμενη νεοφιλελεύθερη δημοκρατική περίοδο.

 

5. Το σύγχρονο κράτος το οποίο αναδομούν ή επανιδρύουν οι νεοφιλελεύθερες πολίτικες ελίτ δεν έχει χάσει τίποτε από την αρχέτυπη μορφή του. Νέες σύγχρονες συσκευασίες ήρθαν να επικαλύψουν την γύμνια της κυριαρχίας, νέα επιφωνήματα ήρθαν να αντικαταστήσουν τα παλιά, όπως διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού, διαχείριση ανθρώπινων πόρων κλπ. Οι άνθρωποι μεταβάλλονται σε πόρους, η έμβια ζωή σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, ενώ ο ατμοσφαιρικός αέρας και η ποιότητά του είναι ανταλλάξιμο προϊόν!

 

«Όλα είναι εμπόριο και συναλλαγή και τα υλικά και τα άυλα, πουλήστε και τον αέρα που αναπνέουμε», αρκεί να επιφέρουν μεγιστοποιημένο κέρδος και κυριαρχία η οποία καταμερίζεται και ιεραρχικοποιείται ανάλογα με την θέση του καθενός στο σύστημα του «λαϊκού καπιταλισμού» ενώ η ανομολόγητη κρυφή επιθυμία των νέων και παλιών αφεντικών είναι η «κινεζοποίηση» (σκάσε και δούλευε είναι το μότο τον συντρόφων του Μάο κομμουνιστών της Κίνας) των λαών και των εργαζομένων, δηλαδή μηδέν δικαιώματα, μόνο υποχρεώσεις και εκτέλεση εντολών, με εξευτελιστικούς μισθούς και απάνθρωπες συνθήκες και ωράρια  εργασίας.

 

 Το κράτος σήμερα αποκτά την πραγματική του μορφή. Αυτή για την οποία δημιουργήθηκε. Δηλαδή, τον χωροφύλακα  και το εργαλείο της εκάστοτε άρχουσας τάξης, χωρίς κοινωνικά, δημοκρατικά, ηθικά, προσχώματα και επικαλύψεις. Στις χώρες του υπαρκτού καπιταλισμού η τεχνογραφειοκρατική , ιδεολογία του πραγματισμού, της λειτουργικότητας, της εργαλειακής χρήσης των ανθρώπων, των οικονομικών μεγεθών και της εμπορευματοποίησης, έχει μετατρέψει εκατομμύρια ανθρώπους σε πληθυσμιακές στοίβες, σε απλούς κατοίκους – καταναλωτές και σε νούμερα για στατιστικές.

 

 Από την άλλη, στις χώρες του πρώην «ανύπαρκτου» σοσιαλισμού, μιλάμε για τις ορδές των καταπιεσμένων της νέας εποχής που περιφέρονται από ανατολή σε δύση και από βορρά σε νότο, στροβιλίζοντας πάνω στα παγωμένα ερείπια που άφησε ο επιστημονικός μαρξιστο-λενινιστικός σοσιαλισμός, διεκδικώντας το τίποτα ή αυτό που ήδη υπάρχει, ή ψάχνοντας για ένα νέο ποιμένα. Αδιαφορώντας για την τεράστια δημόσια περιουσία που με τόσο κόπο επιτεύχθηκε από τους προγόνους εργάτες, αφέθηκε να περάσει στα χέρια μιας χούφτας ανθρώπων πρώην αξιωματούχων γραφειοκρατών του παλιού κρατικο-κομματικού καθεστώτος και νυν ολιγαρχικών ελίτ του πλούτου και της πολιτικής.

 

Αυτή η αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου που συνέβη ποτέ στην ανθρωπότητα , ενώ από την άλλη διαλύθηκαν και ιδιωτικοποιήθηκαν δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες με βαθύτατα δυσμενείς για τις κοινωνίες αυτές, ανθρωπολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Αλλά για να υπερασπίσεις κάτι πρέπει να το αισθάνεσαι δικό σου ή τουλάχιστον ότι δικαιωματικά σου ανήκει, τέτοια ήταν και είναι η αποξένωση του εργαζόμενου λαού στις χώρες του πρώην υπαρκτού «σοσιαλισμού» από τα δημόσια πράγματα που ποτέ δεν αισθάνθηκε αυτά τα δημόσια πράγματα δικά του.

 

Έτσι περάσανε από τον κρατικό στον ιδιωτικό καπιταλισμό εν μία νυκτί. Επανίδρυσαν το κράτος οι πράκτορες της KGB τη νύχτα, και το πρωί το παρουσίασαν σαν δημοκρατική φιλελεύθερη λύση. Ουσιαστικά, η επανίδρυση του κράτους συνέβη στης χώρες του ανατολικού μπλοκ, ενώ στην Δύση και ιδιαίτερα στην Δυτική Ευρώπη το κράτος αναδομείται από τους κυβερνητικούς κομισάριους, την τεχνογραφειοκρατική και πολιτική ελίτ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εις βάρος των λαών της Ένωσης.

 

Στην δυτική Ευρώπη – όπως προείπαμε – το κράτος πρόνοιας, στην ουσία δεν είναι -ήταν τίποτα άλλο από ένας ταξικός συμβιβασμός που συμφωνήθηκε μεταξύ των αφεντικών και των διαχειριστών της εργατικής τάξης. Ενώ το δικαιακό κράτος, δεν είναι παρά η φαντασίωση που επιβάλλεται από τις άρχουσες ελίτ αποσπώντας την προσοχή από την πραγματικότητα. Πόσο πραγματική είναι στ΄ αλήθεια η ισονομία και η ισοπολιτεία, σ΄ ένα καθεστώς οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας;

 

Αντίθετα από την ισότητα απέναντι στο νόμο ή απέναντι στο θεό που επικαλούνται τα φιλελεύθερα, σοσιαλιστικά και θεοκρατικά καθεστώτα, η αναρχία αντιπαραθέτει πρώτα και κύρια την ισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κοινωνία δικαίου σε συνθήκες οικονομικής-κοινωνικής ανισότητας, γιατί τότε το δίκαιο και οι νόμοι που παράγονται από αυτό το δίκαιο, ορίζονται από τα συμφέροντα της κυρίαρχης άρχουσας τάξης και της εκάστοτε πολιτικής ελίτ που την εκπροσωπεί. Είναι το δίκαιο και οι νόμοι των ισχυρών-κυρίαρχων που μέσω του καθαρού κράτους , δηλαδή της νομιμοποιημένης δομικής βίας που ασκείται από τις δυνάμεις ασφαλείας των καθεστώτων και της ιδεολογικής τρομοκράτησης που ασκείται μέσω της στρατηγικής του φόβου, το επιβάλουν στις κυριαρχούμενες τάξεις. Σε συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής ανισότητας, το δίκαιο το φτιάχνουν οι ισχυροί για να το επωμίζονται οι ανίσχυροι.

 

6. Απέχουμε πολύ από το να έχουμε απομακρυνθεί από το βιβλικό αρχέτυπο «ο μη εργαζέτω, μη εστιέτω». Όπως και από την τιμωρία που περιμένει τους πιστούς αν τυχόν και αμαρτήσουν. Σ΄ αυτά τα αρχέτυπα βασίζεται και ο καπιταλισμός μέχρι σήμερα. Το καθεστώς της διαρκούς απειλής υφίσταται σαν «δαμόκλεια σπάθη» τιμωρίας ενάντια στους «από κάτω» και παρά τις μοντέρνες εκδοχές της κυριαρχίας (βλ. Διάλογο, διαβούλευση, συμμετοχική δημοκρατία) οι αποφάσεις και οι εντολές έρχονται πάντα από τα πάνω και αλίμονο σε αυτόν που δε θα υπακούσει η δεν προσαρμοστεί. Αποκλείεται κοινωνικά από το πανηγύρι της ευδαιμονίας  και μετατρέπεται σε παρίας εν μέσω αφθονίας.

 

Το σημερινό σύστημα δεν επιφυλάσσει αποκλεισμό μόνο στου ανυπότακτους άλλα λόγο της παραγωγικής – τεχνολογικής αναδιαρθρώσεις του και της ληστρικής αναδιανομής του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου από της ελίτ, πετάει έξω από την παραγωγή και μετετράπη εκατομμύρια ανθρώπους σε πλεονάζοντα πληθυσμό ο οποίος καλείτε να επιβίωση στης παρυφές του συστήματος μέσω της φιλανθρωπίας – ελεημοσύνης προσβάλλοντας την αξιοπρέπεια τους, είναι επιβεβαιωμένο από της αρχαιότητα ότι ελευθεριά χωρίς αξιοπρέπεια δεν υφίσταται γιατί αυτή η ελευθεριά είναι λήψη. Το καθεστώτος της διαρκούς απειλής – αντιπροσωπευτική δημοκρατία ονομάζεται στις μέρες μας Και η ελευθερία  που διατυμπανίζει είναι η ελευθερία της αγοράς και όχι των ανθρώπων.  Η ελευθερία μέσα στην νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα είναι η αγορά, όχι των ιδεών και του πράττειν, αλλά αφενός της κατανάλωσης και της διακίνησης εμπορευμάτων, και αφετέρου του επιχειρείν των μεγαλοϊδιοκτητών της γης, των μέσων παραγωγής , των υπηρεσιών, του θεάματος ακροάματος και των άυλων κεφαλαίων.

 

Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση (νεοαποικισμός), η απάτη του νεοφιλελευθερισμού και του άξιου τέκνου του, του σοσιαλφιλελευθερισμού, διασπά τις κοινότητες των ανθρώπων, ισοπεδώνοντας τις εθνότητες, τις διαφορετικές τοπικές κουλτούρες και πολιτισμούς, τις τοπικές οικονομίες, τις διατροφικές και τοπικές συνήθειες.Οι παγκόσμιες ελίτ, με κύρια την αμερικάνικη, ξαναβγάζουν από την παλιά ντουλάπα τον αποικιοκρατικό κοσμοπολιτισμό, (βλέπε αμερικανοποίηση ή αγγλοσαξονικός τρόπος αντίληψης) με την νέο ιμπεριαλιστική πολιτική τους προσπαθούν να τον επιβάλουν σαν νέα παγκόσμια κατάσταση και συμπεριφορά, προωθώντας μαζί με τα πολυεθνικά τραστ τον δημοκρατισμό-ρεπουμπλικανισμό την παγκόσμια διακυβέρνηση και το παγκόσμιο κράτος.

 

Ποτέ στο παρελθόν η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο απελπιστικά και ισοπεδωτικά ομοιόμορφη. Ποτέ στο παρελθόν δε συσσωρεύτηκε τόσος πολύς κοινωνικός πλούτος σε τόσο λίγα χέρια, σε σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση η λεγόμενη εποχή της πρωτοσυσσώρευσης του κεφαλαίου στην Βρετανία του 18 oυ -19 ου αιώνα φαντάζει αθώα ξεθωριασμένη γκραβούρα. Ενώ το 2020, χαρακτηρίστηκε σαν σημείο καμπής, αφού πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι αστικοί πληθυσμοί θα ξεπεράσουν αυτούς της υπαίθρου, με μεγάλες συνέπειες τόσο για την ίδια την ύπαιθρο (εγκατάλειψη, ερημοποίηση), όσο και για τις μεγάλες πόλεις λόγω γιγάντωσης και υπερπληθυσμού.

 

Σημείωση:

 

*) Αυτό το κείμενο ειναι απόσπασμα απο το πολιτικό δοκίμιο «Η δημοκρατία τους, η νεωτερικότητα και το πολιτικό ψέμα»

 

Επίσης ένα απόσπασμα βρίσκετε και εδώ: «Προοίμιο για μια παγκόσμια ιστορία της ατιμίας»

 

Πηγή: https://autonomidrasi.com/2021/03/12


Σχόλια