Τρεις από τις πιο ξεχωριστές επαναστατικές μορφές του 19ου αιώνα είναι ο Mazzini (1808-1872), ο Proudhon (1809-1865) και ο Bakunin (1814-1876). Και οι τρεις ήταν ουσιαστικά «άνθρωποι της επανάστασης του 1848». Οι τρεις τους ήταν όμοιοι ως προς την αεικίνητη τόλμη και την ευγενή φιλοδοξία. Αλλά, ο Ιταλός ήταν ο εκλεπτυσμένος και παθιασμένος ιδεαλιστής, ο Γάλλος ο απτόητος φιλόσοφος και ο Ρώσος το εύρωστο άτομο της συνεχούς δράσης, «το θαλασσοπούλι των καταιγίδων» ή «ο καλόγερος της εκκλησίας της επανάστασης», όπως τον χαρακτήρισε το 1852 ο ρώσος επαναστάτης Alexander Hertzen.
Ο Bakunin, λοιπόν, ένας από τους πιο σημαντικούς αναρχικούς του 19ου
αιώνα, γεννήθηκε στο Πριαμούκινο κοντά στο Tβερ (σημερινή ονομασία
Καλίνιν), το 1814. Προερχόμενος από αριστοκρατική ρωσική οικογένεια,
προετοιμάστηκε για τη στρατιωτική θητεία του στην Αγία Πετρούπολη. Ήδη
από τότε χρόνια έχει την άποψη ότι οι στρατιώτες είναι δουλοπάροικοι,
που δωροδοκήθηκαν με τις αμοιβές και τα δώρα, για να καταστείλουν τους
δουλοπάροικους συντρόφους τους. Η σχολή του πυροβολικού, στην οποία
κατατάχτηκε το 1828, κατακλυσμένη από βυσματίες αριστοκράτες, είχε τη
μεγαλύτερη ελευθερία στη σκέψη και την έρευνα από οποιοδήποτε άλλο τομέα
του στρατού. Έτσι, ο Bakunin στράφηκε προς τη φιλοσοφία. Το 1832
γίνεται αξιωματικός, αλλά, μη αντέχοντας τον τρόπο ζωής στο στρατό,
παραιτείται.
Ο Χεγκελιανισμός (Hegelianism) ήταν τότε σε άνοδο και κίνησε το ενδιαφέρον του Bakunin ο οποίος πήρε την άδεια να σπουδάσει στη Γερμανία, στηριγμένος στην οικονομική βοήθεια του Χέρτσεν. Επισκέφτηκε το Βερολίνο, τη Δρέσδη και το Leipsic, εμβαθύνοντας στη φιλοσοφία του Hegel, που την χαρακτήρισε κατόπιν ως την «άλγεβρα της επανάστασης», αλλά ήδη έκλινε προς την ετερόδοξη σχολή, που ανέδειξε άτομα όπως τον Ludwig Feuerbach και τον David Friedrich Strauss.
Το 1842, στη Δρέσδη, επηρεασμένος από τον Άρνολντ Ρούγκε, προσχωρεί το κίνημα της Χεγκελιανής αριστεράς. Η δημοσίευση ενός δοκιμίου του με τίτλο Η αντίδραση στη Γερμανία, είχε μεγάλη απήχηση, γεγονός που τον υποχρεώνει να καταφύγει στην Ελβετία.
Το 1843 επισκέφτηκε το Παρίσι και γνώρισε τον Pierre Joseph Proudhon, ο οποίος εκείνη τη χρονιά δημοσίευσε την εργασία του «Η Δημιουργία της Τάξης στην Ανθρωπότητα» (The Creation of Order in Humanity). Η γνωριμία αυτή τον έκανε να ενστερνιστεί τις αναρχικές απόψεις. Τα επόμενα χρόνια ο Bakunin τα αφιέρωσε στο να κάνει το Σοσιαλδημοκρατικό Κίνημα αναρχικό και διεθνές. Από το 1844 μέχρι το 1848 ζει κυρίως στο Παρίσι. Το γεγονός πως τον βάρυναν οι υποψίες ότι ήταν Ρώσος κατάσκοπος, οδήγησε τη ρωσική κυβέρνηση να ανακαλέσει την άδεια με την οποία του επιτρεπόταν να κατοικήσει στο εξωτερικό.
Αντί να υπακούσει στη διαταγή να επιστρέψει στη Ρωσία, απηύθυνε κάλεσμα σε Πολωνούς και Ρώσους για ένωση σε μια πανσλαβική επαναστατική συνομοσπονδία. Τότε επικηρύχθηκε για δέκα χιλιάδες ρούβλια και η γαλλική κυβέρνηση τον απέλασε. Αλλά η επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848 τον έφερε πίσω στο Παρίσι, από όπου όρμησε ως δαυλός της επανάστασης στην Πράγα, για να ξεσηκώσει το συνέδριο των Σλάβων, όπου γίνεται μέλος της Σλαβικής Επαναστατικής Επιτροπής.
Το 1849 ανεβαίνει στα οδοφράγματα της Δρέσδης, στο πλευρό του Ριχάρδου Βάγκνερ. Ο Βάγκνερ επηρεασμένος από το φίλο του θα γράψει την ίδια χρονιά: «Θέλω να καταστρέψω την εξουσία του ενός πάνω στον άλλο, τη βασιλεία των νεκρών πάνω στους ζωντανούς, της ύλης πάνω στο πνεύμα. Θέλω να συντρίψω την εξουσία των ισχυρών, του νόμου και της ιδιοκτησίας. Η ίδια του η βούληση να είναι κυρία του ανθρώπου, η ίδια του η χαρά ο μοναδικός νόμος, η ίδια του η δύναμη όλη του η ιδιοκτησία. Γιατί το μόνο ιερό πράγμα είναι ο ελεύθερος άνθρωπος και δεν υπάρχει τίποτα άλλο πάνω απ’ αυτόν»1. Ο Bakunin προσπαθώντας να διαφύγει από τη Δρέσδη συνελήφθη, φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο τον Μάιο του 1850. Η καταδίκη του μετατράπηκε σε ισόβια. Σχεδίασε να δραπετεύσει στην Αυστρία, συνελήφθη ξανά και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά τελικά παραδόθηκε στη Ρωσία.
Κρατήθηκε για αρκετά χρόνια σε ένα μπουντρούμι στο φρούριο Νέβα και για μεγάλο διάστημα στη Σιβηρία (από το 1857). Στο διάστημα της εξορίας του στη Σιβηρία παντρεύεται την νεαρή Πολωνέζα Antonia Kwiatkowska. Μολονότι πέρασε πολλά χρόνια μέσα στη φρίκη των ποινικών κολαστηρίων, το πνεύμα του παρέμεινε ανυπότακτο. Κατόρθωσε τελικά να δραπετεύσει το 1861 και να περπατήσει ανατολικά πάνω από χίλια μίλια, μέσα από τρομερές κακουχίες φθάνοντας επιτέλους στη θάλασσα απ’ όπου πέρασε απέναντι στην Ιαπωνία. Από εκεί μπήκε σε πλοίο για την Καλιφόρνια και από εκεί βρέθηκε στη Νέα Υόρκη για να καταφύγει στο Λονδίνο όπου φιλοξενείται από τον Alexander Hertzen.
Είχε υποστεί αναρίθμητες δυσκολίες και περιπέτειες, είχε αναμιχθεί με όλους τους τύπους ανθρώπων κάτω από όλες τις συνθήκες και παντού διαπίστωσε ότι κάθε κυβέρνηση ήταν τυραννία. Ρίχτηκε στην επαναστατική δράση με έντονο ενθουσιασμό. Με τον Hertzen δημοσίευσε τον Συναγερμό της Επανάστασης (Tocsin of Revolution).
Το 1868, προσχώρησε στην Διεθνή Ένωση Εργαζομένων, επίσης γνωστή ως η Πρώτη Διεθνής, μια ομοσπονδία ριζοσπαστικών συνδικάτων με τμήματα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στο συνέδριο του 1872 κυριάρχησε η διαμάχη ανάμεσα στη φράξια γύρω από τον Marx, που υποστήριζε τη συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές εκλογές και στη φράξια γύρω από τον Bakunin, που αντιτάχθηκε σε μια τέτοια συμμετοχή. Η φράξια αυτή έχασε την ψηφοφορία για το ζήτημα αυτό. Αυτό δεν ήταν αρκετό για τον Marx. Στο τέλος του συνεδρίου ο Bakunin και διάφοροι άλλοι που ανήκαν στη φράξια αποβλήθηκαν για υποτιθέμενη συγκρότηση μυστικής οργάνωσης μέσα στη Διεθνή.
Οι αναρχικοί επέμειναν ότι το συνέδριο ήταν στημένο και έτσι οργάνωσαν δική τους διάσκεψη της Διεθνούς στο Saint-Imer στην Ελβετία το 1872. Ο Bakunin συνέχισε να δραστηριοποιείται σε αυτήν αλλά και στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα. Στα χρόνια μεταξύ του 1870 και 1876 έγραψε ένα μεγάλο μέρος της εμβρυώδους εργασίας του, όπως το Κρατισμός και Αναρχία και το Θεός και Kράτος. Παρά τη φθίνουσα πορεία της υγείας του προσπάθησε να συμμετάσχει σε μια εξέγερση στη Μπολώνια, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελβετία μεταμφιεσμένος και εγκαταστάθηκε στο Λουγκάνο. Συνεχίζει να δραστηριοποιείται στο ριζοσπαστικό κίνημα της Ευρώπης, έως ότου τον αναγκάζουν τα περαιτέρω προβλήματα υγείας να μεταφερθεί σε ένα νοσοκομείο στη Βέρνη της Ελβετίας, όπου πέθανε την 1η Ιουλίου του 1876.
Οι Carlo Cafiero και Élisée Reclus, στην εισαγωγή τους στο έργο του Bakunin «Θεός και κράτος», λένε: «Στη Ρωσία μεταξύ των σπουδαστών, στη Γερμανία μεταξύ των στασιαστών της Δρέσδης, στη Σιβηρία μεταξύ των αδελφών του στην εξορία, στην Αμερική, στην Αγγλία, στη Γαλλία, στην Ελβετία, στην Ιταλία μεταξύ όλων των συνειδητοποιημένων ανθρώπων, η άμεση επιρροή του ήταν ιδιαίτερη. Η πρωτοτυπία των θέσεών του, η παθιασμένη και φλογερή ευφράδειά του, ο ακούραστος ζήλος του για προπαγάνδιση, που ενισχύθηκε επίσης από τη φυσική μεγαλοπρέπεια του προσώπου του και από μια ισχυρή ζωτικότητα, έδωσε στον Bakunin την πρόσβαση σε όλες τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ομάδες και οι προσπάθειές του άφησαν βαθιά ίχνη παντού, ακόμη και επάνω σε εκείνους που, αφ’ ότου τον είχαν καλοδεχτεί, συγκρούστηκαν μαζί του λόγω διαφοράς στις απόψεις ή την μέθοδο».
Ο Bakunin, αυτό είναι εμφανές, ήταν μάλλον περισσότερο παρακινητής παρά διοργανωτής. Έγραψε θαυμάσιες επιστολές, που ξυπνούν το μουδιασμένο και συνεσταλμένο άτομο.
«Η ζωή μου», συνήθιζε να λέει, «είναι κομματιασμένη». Το πιο ξεχωριστό των προαναφερθέντων κομματιών είναι το βιβλίο του Θεός και κράτος, στο οποίο κάνει επίθεση σε αυτά τα δίδυμα όργανα της καταπίεσης, με την ίδια σφοδρότητα. Αναφέρεται στην ίδρυση της ανθρώπινης εξουσίας με την πρόφαση της Θείας εξουσίας και ο Bakunin, ο «απόστολος της καταστροφής», όπως τον αποκαλούσε ο Βέλγος οικονομολόγος Lavaleye, ανέμενε με ενδιαφέρον το χρόνο που «η ανθρώπινη δικαιοσύνη θα αντικαταστήσει τη θεία δικαιοσύνη». Δείχνει ότι οι δεισιδαιμονίες και οι ηλιθιότητες της θρησκευτικής πεποίθησης είναι η φυσική έκβαση της άγνοιας και καταπίεσης, όπου προωθείται μόνο η εκκλησία, η ακολασία του σώματος και η ακολασία του μυαλού, ως ανακούφιση στη ζωή ενός δουλοπάροικου.
Η Πρώτη Διεθνής
Το 1868, ο Bakunin προσχώρησε στο τμήμα της Γενεύης της Πρώτης Διεθνούς, στο οποίο δραστηριοποιήθηκε έντονα έως ότου αποβλήθηκε, από τον Karl Marx και τους οπαδούς του, στο συνέδριο της Χάγης το 1872. Ο Bakunin συνέβαλε στη δημιουργία παραρτημάτων της Διεθνούς στην Ιταλία και την Ισπανία.
Το 1869, η Σοσιαλδημοκρατική Συμμαχία δεν έγινε δεκτή στη Διεθνή με το επιχείρημα ότι ήταν και η ίδια μια διεθνής οργάνωση, και ότι στη Διεθνή επιτρέπονταν ως μέλη μόνο εθνικές οργανώσεις. Έτσι η Συμμαχία αυτοδιαλύθηκε και τα διάφορα τμήματα που την αποτελούσαν προσχώρησαν στη Διεθνή το κάθε ένα ξεχωριστά.
Ανάμεσα στο 1869 και 1870, ο Bakunin μπλέχτηκε με την θλιβερή φιγούρα του Sergey Nechayev, ο οποίος τον εξαπάτησε εκμεταλλευόμενος τον επαναστατικό ενθουσιασμό του. Πρόκειται για μια από τις πλέον αρνητικές περιόδους της δράσης του, που σίγουρα δεν είναι ικανή να επισκιάσει την συνολικότερη συνεισφορά του στην αναρχία. Σύντομα, ο Bakunin έκοψε κάθε σχέση με αυτό το άτομο για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως λόγω της Μακιαβελικής και «Iησουίτικης» μεθόδου του Nechayev –που, εκτός των άλλων, συμπεριλάμβανε και την δολοφονία ενός συντρόφου του, του φοιτητή Ιβανώφ–, σύμφωνα με την οποία όλα τα μέσα δικαιολογούνται προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι2.
Το 1870 ο Bakunin πρωτοστάτησε σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών, πάνω σε αρχές που εφαρμόστηκαν στην πράξη αργότερα από την Παρισινή Κομμούνα. Κάνοντας έκκληση για γενική εξέγερση σε απάντηση της κατάρρευσης της γαλλικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Γάλλο-Πρωσικού πολέμου και επιδιώκοντας να μετασχηματίσει την αντιπαράθεση ανάμεσα σε δυνάμεις της κυριαρχίας σε κοινωνική επανάσταση, συνέταξε τη διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών, στις 26 Σεπτεμβρίου 1870, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητες τους τις επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2).
Στα «Γράμματα σε έναν Γάλλο στην παρούσα κρίση», υποστήριξε μια επαναστατική συμμαχία μεταξύ της εργατικής τάξης και της αγροτιάς και έθεσε αυτό που ήταν αργότερα να γίνει γνωστό ως προπαγάνδα μέσα από τη δράση: «…πρέπει να διαδώσουμε τις αρχές μας, όχι με τις λέξεις αλλά με τις πράξεις, και γι’ αυτό είναι η δημοφιλέστερη, η πιο ισχυρή και πιο ακαταμάχητη μορφή προπαγάνδας».
Ο Bakunin υπήρξε ισχυρός υποστηρικτής της Παρισινής Κομμούνας του 1871, η οποία κατεστάλη άγρια από τη γαλλική κυβέρνηση. Είδε την Κομμούνα κυρίως ως μια «εξέγερση ενάντια στο κράτος» και επαίνεσε τους Κομμουνάρους για την απόρριψη όχι μόνο του κράτους, αλλά και της επαναστατικής δικτατορίας. Σε μία σειρά φυλλαδίων, υπερασπίστηκε την Κομμούνα και την Πρώτη Διεθνή ενάντια στον Ιταλό εθνικιστή Giuseppe Mazzini, κερδίζοντας με τον τρόπο αυτό –πέρα από πολλούς Ιταλούς Δημοκρατικούς στη Διεθνή– και τον στόχο του επαναστατικού σοσιαλισμού.
Οι διαφωνίες του με τον Marx, που οδήγησαν στην αποβολή του, αποτέλεσαν ένδειξη της αυξανόμενης αντίθεσης μεταξύ των «αντί-απολυταρχικών» τμημάτων της Διεθνούς, τα οποία υποστήριζαν την άμεση επαναστατική δράση και την οργάνωση των εργαζομένων προκειμένου να καταργηθούν το κράτος και η κεφαλαιοκρατία, και των σοσιαλδημοκρατικών τμημάτων που ήταν σύμμαχοι του Marx, τα οποία υποστήριζαν την κατάκτηση της πολιτικής δύναμης από την εργατική τάξη.
Τα αντιαπολυταρχικά τμήματα δημιούργησαν την δική τους Διεθνή στο Συνέδριο του Saint-Imer, όπως προαναφέραμε, και υιοθέτησαν ένα επαναστατικό αναρχικό πρόγραμμα. Παρ’ ότι ο Bakunin δέχτηκε την ταξική ανάλυση του Marx και τις οικονομικές θεωρίες σχετικά με την κεφαλαιοκρατία, τον θεώρησε αλαζόνα, και σκέφτηκε ότι οι μέθοδοί του θα υπέτασσαν την κοινωνική επανάσταση. Είναι επίσης σημαντικό ότι άσκησε κριτική στον «αυταρχικό σοσιαλισμό» (τον οποίο συνέδεσε με το μαρξισμό) και την έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου, την οποία αρνήθηκε με σφοδρότητα. «…Εάν παίρνατε τον πιο ένθερμο επαναστάτη και του παρείχατε την απόλυτη δύναμη, μέσα σε ένα χρόνο θα γινόταν χειρότερος από τον τσάρο τον ίδιο».
Ο Bakunin ήταν ίσως ο πρώτος που περιέγραψε με θεωρητικό τρόπο τη «νέα τάξη», όπου οι διανοούμενοι και οι διαχειριστές διαμορφώνουν τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του κράτους. Υποστήριξε ότι το «κράτος είναι πάντα η κληρονομιά κάποιας προνομιούχας τάξης: μιας ιερατικής τάξης, μιας αριστοκρατικής τάξης, μιας τάξης αστών. Και τελικά, όταν εξαντληθούν όλες οι άλλες τάξεις, το κράτος γίνεται η κληρονομιά της γραφειοκρατικής τάξης και έπειτα έρχεται η πτώση —ή, εάν θέλετε, η άνοδος— στη θέση μιας μηχανής».
Η τεράστια συνεισφορά του στην αναρχική σκέψη, αλλά και η δράση του, κάνει την οποιαδήποτε αναφορά στον ανυπέρβλητο αυτό αναρχικό, αδύναμη να καλύψει το εύρος των όσων άφησε ως παρακαταθήκη για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση, για την Αναρχία. Θα ήταν λάθος να παραβλέπονται οι πλούσιες εμπειρίες, όπως θα ήταν καταστροφικό να επαναλαμβάνονται δογματικά καταστάσεις του παρελθόντος με σκοπό να εφαρμοστούν σήμερα.
Αδιαμφισβήτητα, πάντως, οι απόψεις του για την καταστροφή και την δημιουργία αποτελούν το ουσιαστικότερο σημείο μιας πολύπλευρης συνεισφοράς που παραμένει μέχρι σήμερα επίκαιρη. Εννοείται πως αυτή η άποψη δεν έχει σχέση με τις μηδενιστικές βλέψεις, ούτε με διάφορες εκδηλώσεις ενός άσκοπου επαναστατισμού, που πρόθυμα και σκόπιμα επιχειρείται να του αποδοθεί. Είναι αλήθεια πως το πάθος για καταστροφή, που αποτελεί ένα από τα κεντρικά στοιχεία των απόψεών του, θεωρεί αυτονόητη την συνειδητή στάση των καταστροφέων που δρουν και που μέσα από την καταστροφή αναδεικνύουν την δημιουργία, κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό μέσα από μεμονωμένες, διαχωρισμένες και αμφιλεγόμενες ενέργειες.
Η αφοπλιστική ειλικρίνεια του, που μερικές φορές ξεπερνά την στείρα αυτοκριτική, είναι εμφανής στα γραπτά του: «Πολύ συχνά, είπα στους Γερμανούς και τους Πολωνούς, όταν συζητούσαν παρουσία μου για μελλοντικές μορφές διακυβέρνησης: Η αποστολή μας είναι να καταστρέψουμε κι όχι να κτίσουμε. Άλλοι άνθρωποι θα κτίσουν, καλύτεροι από μας, πιο έξυπνοι και πιο αγνοί»3.
Ο Bakunin απέρριπτε τα κυβερνητικά συστήματα οποιουδήποτε ονόματος και μορφής, από την ιδέα του Θεού και προς τα κάτω και κάθε μορφή εξουσίας είτε αυτή προέρχεται από τη θέληση ενός κυρίαρχου, είτε από την καθολική ψήφο. Έγραψε: «…Η ελευθερία του ατόμου συνίσταται απλώς στο ότι υπακούει τους νόμους της φύσης επειδή ο ίδιος τους έχει αναγνωρίσει υπό αυτήν τη μορφή κι όχι επειδή του έχουν επιβληθεί εξωτερικά από οποιαδήποτε ξένη βούληση, ανθρώπινη ή θεία, συλλογική ή μεμονωμένη» 4.
tafosstiberniΉταν αντίθετος με την έννοια οποιασδήποτε προνομιούχας θέσης ή τάξης, αφού: «…είναι η ιδιαιτερότητα του προνομίου και κάθε προνομιούχας θέσης να σκοτώσει το μυαλό και την καρδιά του ατόμου. Το προνομιούχο, πολιτικά ή οικονομικά, άτομο, είναι ένα άτομο διεφθαρμένο στο μυαλό και την καρδιά».
Οι απόψεις του βασίζονται σε διάφορες αλληλένδετες έννοιες: ελευθερία, σοσιαλισμός, φεντεραλισμός, αντί-θεϊσμός και υλισμός. Ανέπτυξε επίσης μια κριτική του μαρξισμού, που μερικοί θεωρούν διορατική, προβλέποντας ότι εάν οι μαρξιστές πετύχαιναν να πάρουν δια της βίας την εξουσία, θα δημιουργούσαν μια δικτατορία συμβαλλόμενων μερών, «ακόμα πιο επικίνδυνη επειδή εμφανίζεται ως μια προσποιητή έκφραση της θέλησης των ανθρώπων».
Σχετικά με την Ελευθερία: Με την λέξη «ελευθερία», δεν εννοούσε ένα αφηρημένο ιδανικό αλλά μια συγκεκριμένη πραγματικότητα βασισμένη στην ίση ελευθερία των άλλων. Υπό μια έννοια, η ελευθερία αποτελείται από «την πληρέστερη ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων και των δυνατοτήτων κάθε ανθρώπου, από την εκπαίδευση, την επιστημονική κατάρτιση και την υλική ευημερία». Μια τέτοια σύλληψη της ελευθερίας είναι «κατεξοχήν κοινωνική, επειδή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στην κοινωνία», όχι στην απομόνωση. Υπό μια άλλη έννοια, η ελευθερία είναι «η επανάσταση του ατόμου ενάντια σε όλη τη θεία, συλλογική και μεμονωμένη εξουσία». «Η Ελευθερία μου», γράφει, «μεγαλώνει όσο μεγαλώνει και απλώνεται η ελευθερία του πλησίον μου».
Ελευθεριακός σοσιαλισμός: Ο σοσιαλισμός κατά τον Bakunin είναι μια μορφή κολεκτιβιστικής αναρχίας, στην οποία οι εργαζόμενοι θα διαχειρίζονται άμεσα τα μέσα της παραγωγής μέσω των παραγωγικών συλλόγων τους. Θα υπάρχουν «ίδια μέσα επιβίωσης, υποστήριξης, εκπαίδευσης, και ευκαιρίας για κάθε παιδί, αγόρι ή κορίτσι, μέχρι την ωριμότητα και ίσοι πόροι και εγκαταστάσεις στην ενηλικίωση για να δημιουργήσει την ευημερία του ο καθένας μέσα από την εργασία του».
Φεντεραλισμός: Με τον όρο Φεντεραλισμός εννοούσε την οργάνωση της κοινωνίας «από τη βάση ως την κορυφή, από την περιφέρεια ως το κέντρο, σύμφωνα με τις αρχές της ελεύθερης ένωσης και της ομοσπονδίας». Συνεπώς, η κοινωνία θα οργανωνόταν «βάσει της απόλυτης ελευθερίας των ατόμων, των παραγωγικών ενώσεων και των κοινοτήτων», με «κάθε άτομο, κάθε ένωση, κάθε κοινότητα, κάθε περιοχή, κάθε έθνος» να έχει «το απόλυτο δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, να συνεργαστεί ή να μην συνεργαστεί και να ενωθεί με οποιοδήποτε επιθυμεί».
Αντι-Θεϊσμός: Ο Bakunin υποστήριξε ότι «η ιδέα του Θεού υπονοεί την παραίτηση από την ανθρώπινη λογική και δικαιοσύνη: είναι η αποφασιστικότερη άρνηση της ανθρώπινης ελευθερίας, και απαραιτήτως καταλήγει στην υποδούλωση της ανθρωπότητας, στη θεωρία και την πράξη». Αντέστρεψε τον γνωστό αφορισμό του Βολταίρου ότι εάν ο Θεός δεν υπήρχε, θα ήταν απαραίτητο να εφευρεθεί, και γράφει αντ’ αυτού ότι «εάν ο Θεός υπήρξε πραγματικά, θα ήταν απαραίτητο να καταργηθεί».
Υλισμός: Ο Bakunin αρνήθηκε τις αφηρημένες θρησκευτικές έννοιες περί «ελεύθερης βούλησης» και υποστήριξε μια υλιστική εξήγηση των φυσικών φαινόμενων: «οι εκδηλώσεις της οργανικής ζωής, των χημικών ιδιοτήτων και των αντιδράσεων, της ηλεκτρικής ενέργειας, του φωτός, της θερμότητας και της φυσικής έλξης των φυσικών οργανισμών, αποτελούν, κατά την άποψή μας από πολλές διαφορετικές αλλά αλληλοεξαρτώμενες μεταβλητές, εκείνο το σύνολο των πραγματικών όντων που καλούμε ύλη»5. Η «αποστολή της επιστήμης είναι, με την παρατήρηση των γενικών σχέσεων ανάμεσα στα συμπτωματικά και τα πραγματικά γεγονότα, να καθιερωθούν οι γενικοί νόμοι που εμπεριέχονται στην ανάπτυξη των φαινόμενων του φυσικού και κοινωνικού κόσμου». Εν τούτοις, απέρριψε την έννοια του «επιστημονικού σοσιαλισμού», γράφοντας ότι ένα «επιστημονικό σώμα στο οποίο η κοινωνία έχει εμπιστευτεί την κυβέρνηση, σύντομα θα κατέληγε να μην αφιερώνεται άλλο στην επιστήμη, αλλά σε μια άλλη υπόθεση… την διαιώνισή του εκμεταλλευόμενο την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και χειραγωγώντας την ώστε η κοινωνία να πιστεύει ότι έχει περισσότερο ανάγκη την κυβέρνηση και την κατεύθυνσή του»6.
Η αντίληψη του Bakunin για την κοινωνική επανάσταση: Οι μέθοδοι για την υλοποίηση του επαναστατικού προγράμματός του είναι σύμφωνες με τις αρχές του. Οι εργαζόμενοι και οι αγρότες επρόκειτο να οργανωθούν σε ομοσπονδιακή βάση, «δημιουργώντας όχι μόνο τις ιδέες, αλλά και τα γεγονότα του μέλλοντος». Τα συνδικάτα των εργαζομένων «θα έπαιρναν στην κατοχή τους όλα τα εργαλεία της παραγωγής καθώς επίσης και τα κτήρια και το κεφάλαιο». Οι αγρότες «θα πάρουν τη γη και θα πετάξουν έξω εκείνους τους ιδιοκτήτες που ζουν από την εργασία των άλλων». Ο Bakunin έβλεπε στον «όχλο», τους μεγάλους πληθυσμούς των φτωχών και εκμεταλλευόμενων, το αποκαλούμενο «lumpenproletariat», που «θα εγκαινιάσει και θα φέρει τον θρίαμβο της κοινωνικής επανάστασης», δεδομένου ότι ήταν «σχεδόν αμόλυντοι από τον πολιτισμό των αστών». Αυτές, βέβαια, ήταν εκτιμήσεις που ενδεχομένως να είχαν κάποια σχέση με την πραγματικότητα πριν από ενάμιση και πλέον αιώνα. Στις σημερινές όμως συνθήκες, οι αντιανθρώπινες αξίες έχουν διεισδύσει και διαβρώσει σε ανυπέρβλητο βαθμό, ιδιαίτερα αυτά τα κοινωνικά κομμάτια. Είναι πολύ δύσκολο να βρει κάποιος μια αντιστοιχία του πάλαι ποτέ «lumpenproletariat» με ό,τι έχει καταλάβει τη θέση του στον κοινωνικό χώρο σήμερα. Αυτή η λαθεμένη τοποθέτηση του Bakunin, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, ειδικά μάλιστα όταν εκθειάζοντας αυτό το κομμάτι τού αποδίδει δυνατότητες συμβολής στις κοινωνικές απελευθερωτικές διεργασίες που δεν του ανήκουν.
Κριτική στον Μαρξισμό: Η διαφωνία μεταξύ του Mikhail Bakunin και του Karl Marx έδωσε έμφαση στις διαφορές μεταξύ της αναρχίας και του μαρξισμού. Ο Bakunin αντιτάχθηκε με αδιαλλαξία σ’ εκείνες τις πτυχές του μαρξισμού που επιδίωξαν τον έλεγχο του κράτους. Έγραψε: «Οι μαρξιστές υποστηρίζουν ότι μόνο μια δικτατορία —η δική τους δικτατορία, φυσικά— μπορεί να δημιουργήσει τη θέληση των ανθρώπων, ενώ η απάντησή μας σε αυτό είναι: Καμία δικτατορία δεν μπορεί να έχει οποιονδήποτε άλλο στόχο από αυτόν της αυτοδιαιώνισης και μπορεί να γεννήσει μόνο τη σκλαβιά στους ανθρώπους που την ανέχονται… η ελευθερία μπορεί να δημιουργηθεί μόνο από την ελευθερία, δηλαδή από μια καθολική εξέγερση εκ μέρους των ανθρώπων και της ελεύθερης οργάνωσης των μαζών από το κατώτατο σημείο μέχρι επάνω»7.
Στο Σύνδεσμο για την Ειρήνη και την Ελευθερία, άλλωστε, θα δηλώσει (1868) με σαφήνεια: «Απεχθάνομαι τον κομμουνισμό, γιατί είναι η άρνηση της ελευθερίας και γιατί δεν μπορώ να αντιληφθώ τίποτε το ανθρώπινο χωρίς ελευθερία. Δεν είμαι κομμουνιστής γιατί ο κομμουνισμός συγκεντρώνει και απορροφά όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας μέσα στο κράτος· γιατί καταλήγει απαραίτητα στη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας στα χέρια του κράτους, ενώ εγώ θέλω την κατάργηση του κράτους —τη ριζική εξάλειψη της εξουσίας και της κηδεμονίας του κράτους— που, με την πρόφαση ότι κάνει τους ανθρώπους ηθικούς και πολιτισμένους, τους έχει μέχρι σήμερα υποδουλώσει, καταπιέσει εκμεταλλευτεί και εξαθλιώσει».ypografi
Μετάφραση-Απόδοση Ε.-Λ.-Γ.
1.R. Wagner, Η τέχνη και η Επανάσταση
2.ΝΕΤΣΑΓΙΕΦ: Η κατήχηση του επαναστάτη, έκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1978.
3.Εξομολόγηση, σ. 174, Γαλλική έκδοση.
4.Θεός και Κράτος.
5.Selected Writings, σ. 219.
6.Θεός και Κράτος.
7.Κρατισμός και Αναρχία.
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 65, Οκτώβριος 2007
Ο Χεγκελιανισμός (Hegelianism) ήταν τότε σε άνοδο και κίνησε το ενδιαφέρον του Bakunin ο οποίος πήρε την άδεια να σπουδάσει στη Γερμανία, στηριγμένος στην οικονομική βοήθεια του Χέρτσεν. Επισκέφτηκε το Βερολίνο, τη Δρέσδη και το Leipsic, εμβαθύνοντας στη φιλοσοφία του Hegel, που την χαρακτήρισε κατόπιν ως την «άλγεβρα της επανάστασης», αλλά ήδη έκλινε προς την ετερόδοξη σχολή, που ανέδειξε άτομα όπως τον Ludwig Feuerbach και τον David Friedrich Strauss.
Το 1842, στη Δρέσδη, επηρεασμένος από τον Άρνολντ Ρούγκε, προσχωρεί το κίνημα της Χεγκελιανής αριστεράς. Η δημοσίευση ενός δοκιμίου του με τίτλο Η αντίδραση στη Γερμανία, είχε μεγάλη απήχηση, γεγονός που τον υποχρεώνει να καταφύγει στην Ελβετία.
Το 1843 επισκέφτηκε το Παρίσι και γνώρισε τον Pierre Joseph Proudhon, ο οποίος εκείνη τη χρονιά δημοσίευσε την εργασία του «Η Δημιουργία της Τάξης στην Ανθρωπότητα» (The Creation of Order in Humanity). Η γνωριμία αυτή τον έκανε να ενστερνιστεί τις αναρχικές απόψεις. Τα επόμενα χρόνια ο Bakunin τα αφιέρωσε στο να κάνει το Σοσιαλδημοκρατικό Κίνημα αναρχικό και διεθνές. Από το 1844 μέχρι το 1848 ζει κυρίως στο Παρίσι. Το γεγονός πως τον βάρυναν οι υποψίες ότι ήταν Ρώσος κατάσκοπος, οδήγησε τη ρωσική κυβέρνηση να ανακαλέσει την άδεια με την οποία του επιτρεπόταν να κατοικήσει στο εξωτερικό.
Αντί να υπακούσει στη διαταγή να επιστρέψει στη Ρωσία, απηύθυνε κάλεσμα σε Πολωνούς και Ρώσους για ένωση σε μια πανσλαβική επαναστατική συνομοσπονδία. Τότε επικηρύχθηκε για δέκα χιλιάδες ρούβλια και η γαλλική κυβέρνηση τον απέλασε. Αλλά η επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848 τον έφερε πίσω στο Παρίσι, από όπου όρμησε ως δαυλός της επανάστασης στην Πράγα, για να ξεσηκώσει το συνέδριο των Σλάβων, όπου γίνεται μέλος της Σλαβικής Επαναστατικής Επιτροπής.
Το 1849 ανεβαίνει στα οδοφράγματα της Δρέσδης, στο πλευρό του Ριχάρδου Βάγκνερ. Ο Βάγκνερ επηρεασμένος από το φίλο του θα γράψει την ίδια χρονιά: «Θέλω να καταστρέψω την εξουσία του ενός πάνω στον άλλο, τη βασιλεία των νεκρών πάνω στους ζωντανούς, της ύλης πάνω στο πνεύμα. Θέλω να συντρίψω την εξουσία των ισχυρών, του νόμου και της ιδιοκτησίας. Η ίδια του η βούληση να είναι κυρία του ανθρώπου, η ίδια του η χαρά ο μοναδικός νόμος, η ίδια του η δύναμη όλη του η ιδιοκτησία. Γιατί το μόνο ιερό πράγμα είναι ο ελεύθερος άνθρωπος και δεν υπάρχει τίποτα άλλο πάνω απ’ αυτόν»1. Ο Bakunin προσπαθώντας να διαφύγει από τη Δρέσδη συνελήφθη, φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο τον Μάιο του 1850. Η καταδίκη του μετατράπηκε σε ισόβια. Σχεδίασε να δραπετεύσει στην Αυστρία, συνελήφθη ξανά και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά τελικά παραδόθηκε στη Ρωσία.
Κρατήθηκε για αρκετά χρόνια σε ένα μπουντρούμι στο φρούριο Νέβα και για μεγάλο διάστημα στη Σιβηρία (από το 1857). Στο διάστημα της εξορίας του στη Σιβηρία παντρεύεται την νεαρή Πολωνέζα Antonia Kwiatkowska. Μολονότι πέρασε πολλά χρόνια μέσα στη φρίκη των ποινικών κολαστηρίων, το πνεύμα του παρέμεινε ανυπότακτο. Κατόρθωσε τελικά να δραπετεύσει το 1861 και να περπατήσει ανατολικά πάνω από χίλια μίλια, μέσα από τρομερές κακουχίες φθάνοντας επιτέλους στη θάλασσα απ’ όπου πέρασε απέναντι στην Ιαπωνία. Από εκεί μπήκε σε πλοίο για την Καλιφόρνια και από εκεί βρέθηκε στη Νέα Υόρκη για να καταφύγει στο Λονδίνο όπου φιλοξενείται από τον Alexander Hertzen.
Είχε υποστεί αναρίθμητες δυσκολίες και περιπέτειες, είχε αναμιχθεί με όλους τους τύπους ανθρώπων κάτω από όλες τις συνθήκες και παντού διαπίστωσε ότι κάθε κυβέρνηση ήταν τυραννία. Ρίχτηκε στην επαναστατική δράση με έντονο ενθουσιασμό. Με τον Hertzen δημοσίευσε τον Συναγερμό της Επανάστασης (Tocsin of Revolution).
Το 1868, προσχώρησε στην Διεθνή Ένωση Εργαζομένων, επίσης γνωστή ως η Πρώτη Διεθνής, μια ομοσπονδία ριζοσπαστικών συνδικάτων με τμήματα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στο συνέδριο του 1872 κυριάρχησε η διαμάχη ανάμεσα στη φράξια γύρω από τον Marx, που υποστήριζε τη συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές εκλογές και στη φράξια γύρω από τον Bakunin, που αντιτάχθηκε σε μια τέτοια συμμετοχή. Η φράξια αυτή έχασε την ψηφοφορία για το ζήτημα αυτό. Αυτό δεν ήταν αρκετό για τον Marx. Στο τέλος του συνεδρίου ο Bakunin και διάφοροι άλλοι που ανήκαν στη φράξια αποβλήθηκαν για υποτιθέμενη συγκρότηση μυστικής οργάνωσης μέσα στη Διεθνή.
Οι αναρχικοί επέμειναν ότι το συνέδριο ήταν στημένο και έτσι οργάνωσαν δική τους διάσκεψη της Διεθνούς στο Saint-Imer στην Ελβετία το 1872. Ο Bakunin συνέχισε να δραστηριοποιείται σε αυτήν αλλά και στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα. Στα χρόνια μεταξύ του 1870 και 1876 έγραψε ένα μεγάλο μέρος της εμβρυώδους εργασίας του, όπως το Κρατισμός και Αναρχία και το Θεός και Kράτος. Παρά τη φθίνουσα πορεία της υγείας του προσπάθησε να συμμετάσχει σε μια εξέγερση στη Μπολώνια, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελβετία μεταμφιεσμένος και εγκαταστάθηκε στο Λουγκάνο. Συνεχίζει να δραστηριοποιείται στο ριζοσπαστικό κίνημα της Ευρώπης, έως ότου τον αναγκάζουν τα περαιτέρω προβλήματα υγείας να μεταφερθεί σε ένα νοσοκομείο στη Βέρνη της Ελβετίας, όπου πέθανε την 1η Ιουλίου του 1876.
Οι Carlo Cafiero και Élisée Reclus, στην εισαγωγή τους στο έργο του Bakunin «Θεός και κράτος», λένε: «Στη Ρωσία μεταξύ των σπουδαστών, στη Γερμανία μεταξύ των στασιαστών της Δρέσδης, στη Σιβηρία μεταξύ των αδελφών του στην εξορία, στην Αμερική, στην Αγγλία, στη Γαλλία, στην Ελβετία, στην Ιταλία μεταξύ όλων των συνειδητοποιημένων ανθρώπων, η άμεση επιρροή του ήταν ιδιαίτερη. Η πρωτοτυπία των θέσεών του, η παθιασμένη και φλογερή ευφράδειά του, ο ακούραστος ζήλος του για προπαγάνδιση, που ενισχύθηκε επίσης από τη φυσική μεγαλοπρέπεια του προσώπου του και από μια ισχυρή ζωτικότητα, έδωσε στον Bakunin την πρόσβαση σε όλες τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ομάδες και οι προσπάθειές του άφησαν βαθιά ίχνη παντού, ακόμη και επάνω σε εκείνους που, αφ’ ότου τον είχαν καλοδεχτεί, συγκρούστηκαν μαζί του λόγω διαφοράς στις απόψεις ή την μέθοδο».
Ο Bakunin, αυτό είναι εμφανές, ήταν μάλλον περισσότερο παρακινητής παρά διοργανωτής. Έγραψε θαυμάσιες επιστολές, που ξυπνούν το μουδιασμένο και συνεσταλμένο άτομο.
«Η ζωή μου», συνήθιζε να λέει, «είναι κομματιασμένη». Το πιο ξεχωριστό των προαναφερθέντων κομματιών είναι το βιβλίο του Θεός και κράτος, στο οποίο κάνει επίθεση σε αυτά τα δίδυμα όργανα της καταπίεσης, με την ίδια σφοδρότητα. Αναφέρεται στην ίδρυση της ανθρώπινης εξουσίας με την πρόφαση της Θείας εξουσίας και ο Bakunin, ο «απόστολος της καταστροφής», όπως τον αποκαλούσε ο Βέλγος οικονομολόγος Lavaleye, ανέμενε με ενδιαφέρον το χρόνο που «η ανθρώπινη δικαιοσύνη θα αντικαταστήσει τη θεία δικαιοσύνη». Δείχνει ότι οι δεισιδαιμονίες και οι ηλιθιότητες της θρησκευτικής πεποίθησης είναι η φυσική έκβαση της άγνοιας και καταπίεσης, όπου προωθείται μόνο η εκκλησία, η ακολασία του σώματος και η ακολασία του μυαλού, ως ανακούφιση στη ζωή ενός δουλοπάροικου.
Η Πρώτη Διεθνής
Το 1868, ο Bakunin προσχώρησε στο τμήμα της Γενεύης της Πρώτης Διεθνούς, στο οποίο δραστηριοποιήθηκε έντονα έως ότου αποβλήθηκε, από τον Karl Marx και τους οπαδούς του, στο συνέδριο της Χάγης το 1872. Ο Bakunin συνέβαλε στη δημιουργία παραρτημάτων της Διεθνούς στην Ιταλία και την Ισπανία.
Το 1869, η Σοσιαλδημοκρατική Συμμαχία δεν έγινε δεκτή στη Διεθνή με το επιχείρημα ότι ήταν και η ίδια μια διεθνής οργάνωση, και ότι στη Διεθνή επιτρέπονταν ως μέλη μόνο εθνικές οργανώσεις. Έτσι η Συμμαχία αυτοδιαλύθηκε και τα διάφορα τμήματα που την αποτελούσαν προσχώρησαν στη Διεθνή το κάθε ένα ξεχωριστά.
Ανάμεσα στο 1869 και 1870, ο Bakunin μπλέχτηκε με την θλιβερή φιγούρα του Sergey Nechayev, ο οποίος τον εξαπάτησε εκμεταλλευόμενος τον επαναστατικό ενθουσιασμό του. Πρόκειται για μια από τις πλέον αρνητικές περιόδους της δράσης του, που σίγουρα δεν είναι ικανή να επισκιάσει την συνολικότερη συνεισφορά του στην αναρχία. Σύντομα, ο Bakunin έκοψε κάθε σχέση με αυτό το άτομο για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως λόγω της Μακιαβελικής και «Iησουίτικης» μεθόδου του Nechayev –που, εκτός των άλλων, συμπεριλάμβανε και την δολοφονία ενός συντρόφου του, του φοιτητή Ιβανώφ–, σύμφωνα με την οποία όλα τα μέσα δικαιολογούνται προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι2.
Το 1870 ο Bakunin πρωτοστάτησε σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών, πάνω σε αρχές που εφαρμόστηκαν στην πράξη αργότερα από την Παρισινή Κομμούνα. Κάνοντας έκκληση για γενική εξέγερση σε απάντηση της κατάρρευσης της γαλλικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Γάλλο-Πρωσικού πολέμου και επιδιώκοντας να μετασχηματίσει την αντιπαράθεση ανάμεσα σε δυνάμεις της κυριαρχίας σε κοινωνική επανάσταση, συνέταξε τη διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών, στις 26 Σεπτεμβρίου 1870, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητες τους τις επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2).
Στα «Γράμματα σε έναν Γάλλο στην παρούσα κρίση», υποστήριξε μια επαναστατική συμμαχία μεταξύ της εργατικής τάξης και της αγροτιάς και έθεσε αυτό που ήταν αργότερα να γίνει γνωστό ως προπαγάνδα μέσα από τη δράση: «…πρέπει να διαδώσουμε τις αρχές μας, όχι με τις λέξεις αλλά με τις πράξεις, και γι’ αυτό είναι η δημοφιλέστερη, η πιο ισχυρή και πιο ακαταμάχητη μορφή προπαγάνδας».
Ο Bakunin υπήρξε ισχυρός υποστηρικτής της Παρισινής Κομμούνας του 1871, η οποία κατεστάλη άγρια από τη γαλλική κυβέρνηση. Είδε την Κομμούνα κυρίως ως μια «εξέγερση ενάντια στο κράτος» και επαίνεσε τους Κομμουνάρους για την απόρριψη όχι μόνο του κράτους, αλλά και της επαναστατικής δικτατορίας. Σε μία σειρά φυλλαδίων, υπερασπίστηκε την Κομμούνα και την Πρώτη Διεθνή ενάντια στον Ιταλό εθνικιστή Giuseppe Mazzini, κερδίζοντας με τον τρόπο αυτό –πέρα από πολλούς Ιταλούς Δημοκρατικούς στη Διεθνή– και τον στόχο του επαναστατικού σοσιαλισμού.
Οι διαφωνίες του με τον Marx, που οδήγησαν στην αποβολή του, αποτέλεσαν ένδειξη της αυξανόμενης αντίθεσης μεταξύ των «αντί-απολυταρχικών» τμημάτων της Διεθνούς, τα οποία υποστήριζαν την άμεση επαναστατική δράση και την οργάνωση των εργαζομένων προκειμένου να καταργηθούν το κράτος και η κεφαλαιοκρατία, και των σοσιαλδημοκρατικών τμημάτων που ήταν σύμμαχοι του Marx, τα οποία υποστήριζαν την κατάκτηση της πολιτικής δύναμης από την εργατική τάξη.
Τα αντιαπολυταρχικά τμήματα δημιούργησαν την δική τους Διεθνή στο Συνέδριο του Saint-Imer, όπως προαναφέραμε, και υιοθέτησαν ένα επαναστατικό αναρχικό πρόγραμμα. Παρ’ ότι ο Bakunin δέχτηκε την ταξική ανάλυση του Marx και τις οικονομικές θεωρίες σχετικά με την κεφαλαιοκρατία, τον θεώρησε αλαζόνα, και σκέφτηκε ότι οι μέθοδοί του θα υπέτασσαν την κοινωνική επανάσταση. Είναι επίσης σημαντικό ότι άσκησε κριτική στον «αυταρχικό σοσιαλισμό» (τον οποίο συνέδεσε με το μαρξισμό) και την έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου, την οποία αρνήθηκε με σφοδρότητα. «…Εάν παίρνατε τον πιο ένθερμο επαναστάτη και του παρείχατε την απόλυτη δύναμη, μέσα σε ένα χρόνο θα γινόταν χειρότερος από τον τσάρο τον ίδιο».
Ο Bakunin ήταν ίσως ο πρώτος που περιέγραψε με θεωρητικό τρόπο τη «νέα τάξη», όπου οι διανοούμενοι και οι διαχειριστές διαμορφώνουν τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του κράτους. Υποστήριξε ότι το «κράτος είναι πάντα η κληρονομιά κάποιας προνομιούχας τάξης: μιας ιερατικής τάξης, μιας αριστοκρατικής τάξης, μιας τάξης αστών. Και τελικά, όταν εξαντληθούν όλες οι άλλες τάξεις, το κράτος γίνεται η κληρονομιά της γραφειοκρατικής τάξης και έπειτα έρχεται η πτώση —ή, εάν θέλετε, η άνοδος— στη θέση μιας μηχανής».
Η τεράστια συνεισφορά του στην αναρχική σκέψη, αλλά και η δράση του, κάνει την οποιαδήποτε αναφορά στον ανυπέρβλητο αυτό αναρχικό, αδύναμη να καλύψει το εύρος των όσων άφησε ως παρακαταθήκη για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση, για την Αναρχία. Θα ήταν λάθος να παραβλέπονται οι πλούσιες εμπειρίες, όπως θα ήταν καταστροφικό να επαναλαμβάνονται δογματικά καταστάσεις του παρελθόντος με σκοπό να εφαρμοστούν σήμερα.
Αδιαμφισβήτητα, πάντως, οι απόψεις του για την καταστροφή και την δημιουργία αποτελούν το ουσιαστικότερο σημείο μιας πολύπλευρης συνεισφοράς που παραμένει μέχρι σήμερα επίκαιρη. Εννοείται πως αυτή η άποψη δεν έχει σχέση με τις μηδενιστικές βλέψεις, ούτε με διάφορες εκδηλώσεις ενός άσκοπου επαναστατισμού, που πρόθυμα και σκόπιμα επιχειρείται να του αποδοθεί. Είναι αλήθεια πως το πάθος για καταστροφή, που αποτελεί ένα από τα κεντρικά στοιχεία των απόψεών του, θεωρεί αυτονόητη την συνειδητή στάση των καταστροφέων που δρουν και που μέσα από την καταστροφή αναδεικνύουν την δημιουργία, κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό μέσα από μεμονωμένες, διαχωρισμένες και αμφιλεγόμενες ενέργειες.
Η αφοπλιστική ειλικρίνεια του, που μερικές φορές ξεπερνά την στείρα αυτοκριτική, είναι εμφανής στα γραπτά του: «Πολύ συχνά, είπα στους Γερμανούς και τους Πολωνούς, όταν συζητούσαν παρουσία μου για μελλοντικές μορφές διακυβέρνησης: Η αποστολή μας είναι να καταστρέψουμε κι όχι να κτίσουμε. Άλλοι άνθρωποι θα κτίσουν, καλύτεροι από μας, πιο έξυπνοι και πιο αγνοί»3.
Ο Bakunin απέρριπτε τα κυβερνητικά συστήματα οποιουδήποτε ονόματος και μορφής, από την ιδέα του Θεού και προς τα κάτω και κάθε μορφή εξουσίας είτε αυτή προέρχεται από τη θέληση ενός κυρίαρχου, είτε από την καθολική ψήφο. Έγραψε: «…Η ελευθερία του ατόμου συνίσταται απλώς στο ότι υπακούει τους νόμους της φύσης επειδή ο ίδιος τους έχει αναγνωρίσει υπό αυτήν τη μορφή κι όχι επειδή του έχουν επιβληθεί εξωτερικά από οποιαδήποτε ξένη βούληση, ανθρώπινη ή θεία, συλλογική ή μεμονωμένη» 4.
tafosstiberniΉταν αντίθετος με την έννοια οποιασδήποτε προνομιούχας θέσης ή τάξης, αφού: «…είναι η ιδιαιτερότητα του προνομίου και κάθε προνομιούχας θέσης να σκοτώσει το μυαλό και την καρδιά του ατόμου. Το προνομιούχο, πολιτικά ή οικονομικά, άτομο, είναι ένα άτομο διεφθαρμένο στο μυαλό και την καρδιά».
Οι απόψεις του βασίζονται σε διάφορες αλληλένδετες έννοιες: ελευθερία, σοσιαλισμός, φεντεραλισμός, αντί-θεϊσμός και υλισμός. Ανέπτυξε επίσης μια κριτική του μαρξισμού, που μερικοί θεωρούν διορατική, προβλέποντας ότι εάν οι μαρξιστές πετύχαιναν να πάρουν δια της βίας την εξουσία, θα δημιουργούσαν μια δικτατορία συμβαλλόμενων μερών, «ακόμα πιο επικίνδυνη επειδή εμφανίζεται ως μια προσποιητή έκφραση της θέλησης των ανθρώπων».
Σχετικά με την Ελευθερία: Με την λέξη «ελευθερία», δεν εννοούσε ένα αφηρημένο ιδανικό αλλά μια συγκεκριμένη πραγματικότητα βασισμένη στην ίση ελευθερία των άλλων. Υπό μια έννοια, η ελευθερία αποτελείται από «την πληρέστερη ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων και των δυνατοτήτων κάθε ανθρώπου, από την εκπαίδευση, την επιστημονική κατάρτιση και την υλική ευημερία». Μια τέτοια σύλληψη της ελευθερίας είναι «κατεξοχήν κοινωνική, επειδή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στην κοινωνία», όχι στην απομόνωση. Υπό μια άλλη έννοια, η ελευθερία είναι «η επανάσταση του ατόμου ενάντια σε όλη τη θεία, συλλογική και μεμονωμένη εξουσία». «Η Ελευθερία μου», γράφει, «μεγαλώνει όσο μεγαλώνει και απλώνεται η ελευθερία του πλησίον μου».
Ελευθεριακός σοσιαλισμός: Ο σοσιαλισμός κατά τον Bakunin είναι μια μορφή κολεκτιβιστικής αναρχίας, στην οποία οι εργαζόμενοι θα διαχειρίζονται άμεσα τα μέσα της παραγωγής μέσω των παραγωγικών συλλόγων τους. Θα υπάρχουν «ίδια μέσα επιβίωσης, υποστήριξης, εκπαίδευσης, και ευκαιρίας για κάθε παιδί, αγόρι ή κορίτσι, μέχρι την ωριμότητα και ίσοι πόροι και εγκαταστάσεις στην ενηλικίωση για να δημιουργήσει την ευημερία του ο καθένας μέσα από την εργασία του».
Φεντεραλισμός: Με τον όρο Φεντεραλισμός εννοούσε την οργάνωση της κοινωνίας «από τη βάση ως την κορυφή, από την περιφέρεια ως το κέντρο, σύμφωνα με τις αρχές της ελεύθερης ένωσης και της ομοσπονδίας». Συνεπώς, η κοινωνία θα οργανωνόταν «βάσει της απόλυτης ελευθερίας των ατόμων, των παραγωγικών ενώσεων και των κοινοτήτων», με «κάθε άτομο, κάθε ένωση, κάθε κοινότητα, κάθε περιοχή, κάθε έθνος» να έχει «το απόλυτο δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, να συνεργαστεί ή να μην συνεργαστεί και να ενωθεί με οποιοδήποτε επιθυμεί».
Αντι-Θεϊσμός: Ο Bakunin υποστήριξε ότι «η ιδέα του Θεού υπονοεί την παραίτηση από την ανθρώπινη λογική και δικαιοσύνη: είναι η αποφασιστικότερη άρνηση της ανθρώπινης ελευθερίας, και απαραιτήτως καταλήγει στην υποδούλωση της ανθρωπότητας, στη θεωρία και την πράξη». Αντέστρεψε τον γνωστό αφορισμό του Βολταίρου ότι εάν ο Θεός δεν υπήρχε, θα ήταν απαραίτητο να εφευρεθεί, και γράφει αντ’ αυτού ότι «εάν ο Θεός υπήρξε πραγματικά, θα ήταν απαραίτητο να καταργηθεί».
Υλισμός: Ο Bakunin αρνήθηκε τις αφηρημένες θρησκευτικές έννοιες περί «ελεύθερης βούλησης» και υποστήριξε μια υλιστική εξήγηση των φυσικών φαινόμενων: «οι εκδηλώσεις της οργανικής ζωής, των χημικών ιδιοτήτων και των αντιδράσεων, της ηλεκτρικής ενέργειας, του φωτός, της θερμότητας και της φυσικής έλξης των φυσικών οργανισμών, αποτελούν, κατά την άποψή μας από πολλές διαφορετικές αλλά αλληλοεξαρτώμενες μεταβλητές, εκείνο το σύνολο των πραγματικών όντων που καλούμε ύλη»5. Η «αποστολή της επιστήμης είναι, με την παρατήρηση των γενικών σχέσεων ανάμεσα στα συμπτωματικά και τα πραγματικά γεγονότα, να καθιερωθούν οι γενικοί νόμοι που εμπεριέχονται στην ανάπτυξη των φαινόμενων του φυσικού και κοινωνικού κόσμου». Εν τούτοις, απέρριψε την έννοια του «επιστημονικού σοσιαλισμού», γράφοντας ότι ένα «επιστημονικό σώμα στο οποίο η κοινωνία έχει εμπιστευτεί την κυβέρνηση, σύντομα θα κατέληγε να μην αφιερώνεται άλλο στην επιστήμη, αλλά σε μια άλλη υπόθεση… την διαιώνισή του εκμεταλλευόμενο την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και χειραγωγώντας την ώστε η κοινωνία να πιστεύει ότι έχει περισσότερο ανάγκη την κυβέρνηση και την κατεύθυνσή του»6.
Η αντίληψη του Bakunin για την κοινωνική επανάσταση: Οι μέθοδοι για την υλοποίηση του επαναστατικού προγράμματός του είναι σύμφωνες με τις αρχές του. Οι εργαζόμενοι και οι αγρότες επρόκειτο να οργανωθούν σε ομοσπονδιακή βάση, «δημιουργώντας όχι μόνο τις ιδέες, αλλά και τα γεγονότα του μέλλοντος». Τα συνδικάτα των εργαζομένων «θα έπαιρναν στην κατοχή τους όλα τα εργαλεία της παραγωγής καθώς επίσης και τα κτήρια και το κεφάλαιο». Οι αγρότες «θα πάρουν τη γη και θα πετάξουν έξω εκείνους τους ιδιοκτήτες που ζουν από την εργασία των άλλων». Ο Bakunin έβλεπε στον «όχλο», τους μεγάλους πληθυσμούς των φτωχών και εκμεταλλευόμενων, το αποκαλούμενο «lumpenproletariat», που «θα εγκαινιάσει και θα φέρει τον θρίαμβο της κοινωνικής επανάστασης», δεδομένου ότι ήταν «σχεδόν αμόλυντοι από τον πολιτισμό των αστών». Αυτές, βέβαια, ήταν εκτιμήσεις που ενδεχομένως να είχαν κάποια σχέση με την πραγματικότητα πριν από ενάμιση και πλέον αιώνα. Στις σημερινές όμως συνθήκες, οι αντιανθρώπινες αξίες έχουν διεισδύσει και διαβρώσει σε ανυπέρβλητο βαθμό, ιδιαίτερα αυτά τα κοινωνικά κομμάτια. Είναι πολύ δύσκολο να βρει κάποιος μια αντιστοιχία του πάλαι ποτέ «lumpenproletariat» με ό,τι έχει καταλάβει τη θέση του στον κοινωνικό χώρο σήμερα. Αυτή η λαθεμένη τοποθέτηση του Bakunin, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, ειδικά μάλιστα όταν εκθειάζοντας αυτό το κομμάτι τού αποδίδει δυνατότητες συμβολής στις κοινωνικές απελευθερωτικές διεργασίες που δεν του ανήκουν.
Κριτική στον Μαρξισμό: Η διαφωνία μεταξύ του Mikhail Bakunin και του Karl Marx έδωσε έμφαση στις διαφορές μεταξύ της αναρχίας και του μαρξισμού. Ο Bakunin αντιτάχθηκε με αδιαλλαξία σ’ εκείνες τις πτυχές του μαρξισμού που επιδίωξαν τον έλεγχο του κράτους. Έγραψε: «Οι μαρξιστές υποστηρίζουν ότι μόνο μια δικτατορία —η δική τους δικτατορία, φυσικά— μπορεί να δημιουργήσει τη θέληση των ανθρώπων, ενώ η απάντησή μας σε αυτό είναι: Καμία δικτατορία δεν μπορεί να έχει οποιονδήποτε άλλο στόχο από αυτόν της αυτοδιαιώνισης και μπορεί να γεννήσει μόνο τη σκλαβιά στους ανθρώπους που την ανέχονται… η ελευθερία μπορεί να δημιουργηθεί μόνο από την ελευθερία, δηλαδή από μια καθολική εξέγερση εκ μέρους των ανθρώπων και της ελεύθερης οργάνωσης των μαζών από το κατώτατο σημείο μέχρι επάνω»7.
Στο Σύνδεσμο για την Ειρήνη και την Ελευθερία, άλλωστε, θα δηλώσει (1868) με σαφήνεια: «Απεχθάνομαι τον κομμουνισμό, γιατί είναι η άρνηση της ελευθερίας και γιατί δεν μπορώ να αντιληφθώ τίποτε το ανθρώπινο χωρίς ελευθερία. Δεν είμαι κομμουνιστής γιατί ο κομμουνισμός συγκεντρώνει και απορροφά όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας μέσα στο κράτος· γιατί καταλήγει απαραίτητα στη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας στα χέρια του κράτους, ενώ εγώ θέλω την κατάργηση του κράτους —τη ριζική εξάλειψη της εξουσίας και της κηδεμονίας του κράτους— που, με την πρόφαση ότι κάνει τους ανθρώπους ηθικούς και πολιτισμένους, τους έχει μέχρι σήμερα υποδουλώσει, καταπιέσει εκμεταλλευτεί και εξαθλιώσει».ypografi
Μετάφραση-Απόδοση Ε.-Λ.-Γ.
1.R. Wagner, Η τέχνη και η Επανάσταση
2.ΝΕΤΣΑΓΙΕΦ: Η κατήχηση του επαναστάτη, έκδ. Ελεύθερος Τύπος, 1978.
3.Εξομολόγηση, σ. 174, Γαλλική έκδοση.
4.Θεός και Κράτος.
5.Selected Writings, σ. 219.
6.Θεός και Κράτος.
7.Κρατισμός και Αναρχία.
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 65, Οκτώβριος 2007
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου